Ο σύντομος αυτός μονόλογος ξεκινά με την
παραδοχή ότι κανείς δεν είναι ποτέ δυνατόν να γνωρίζει πραγματικά τις βαθύτερες
επιθυμίες κάποιου, καθώς αυτές διαφαίνονται είτε μέσα απ’ τα λόγια του, είτε
μέσα απ’ το πρόσωπό του (στ. 101-105). Στην συνέχεια εκφράζει την απορία και
έκπληξή του σχετικά με την μεγαλοποίηση του υποτιθέμενου σφάλματος των νεαρών
μέσα από δύο εκφράσεις με ελαφρώς ειρωνικό τόνο: αφενός η αντίθεση του μεγέθους
του σφάλματος σε σχέση με την υπέρμετρη ευγένεια και ταπεινοφροσύνη της
Ερωφίλης (Σέ πόση τάξη σήμερο… σφάλμα του πόθου εγίνη!), αφετέρου δε το
γεγονός ότι ένας παντοδύναμος και κοσμογυρισμένος πολεμιστής όπως ο Πανάρετος
έγινε τελικά σκλάβος εξαιτίας της απαγορευμένης αγάπης (Ποιος, σ’ τσί
πολέμους δυνατός…βρίσκεται σκλαβωμένος!).
Έπειτα παρουσιάζει δύο αλληγορικές οπτικές
εικόνες, αυτή των άγριων ζώων κρυμμένων στα όμορφα λιβάδια (στ. 109-110), και
αυτή του φαινομενικά ήσυχου μα πραγματικά επίφοβου ποταμού στο να τον διασχίσει
κανείς (στ. 111-112), για να καταλήξει στο ότι, για όλα όσα συμβαίνουν ανάμεσα
στην Ερωφίλη και τον Πανάρετο δεν φταίνε πραγματικά οι ίδιοι, αλλά ο βασιλιάς (Μα
σ’ τουτων απ’ αν’αμεσα τουνω των νιων εγίνη, | πλιά φταίγει, κρίνω, ο βασιλιός
παρά του φταισι εκεινοι).
Το πρώτο και περισσότερο πειστικό
επιχείρημα του συμβούλου σχετικά με την ευθύνη του βασιλιά και την αθωότητα των
νεαρών βρίσκεται στους στίχους 115-122. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται πως ο
βασιλιάς τους έδωσε θάρρος αφήνοντάς τους να συναντιούνται από κοντά (τόσα
τα’ αφήκε θαρεττά κ’ εσμίγα πάντα αντάμα, | ώστε π’ ανάμεσά τωνε το ‘χε να
γίνει εκάμα), δίνοντας έμφαση στην δύναμη του βλέμματος (τ’ αμμάτια όντε
θωρουσι), στον καθοριστικό του ρόλο στην δημιουργία ερωτικής προδιάθεσης,
αλλά και στην αδυναμία μιας κοπέλας να αντισταθεί σε αυτόν (μηδέ κιαμιά έκ
τη μπόρεση του πόθου να γλυτώσει). Για να ενισχύσει το επιχείρημά του,
στους στίχους 123-128 συμπληρώνει ότι μια κοπέλα τόσο όμορφη, αγνή και
καλοθρεμένη όπως η Ερωφίλη θα ήταν αδύνατο να μην ερωτευτεί έναν όμορφο νεαρό
με τον οποίο συναναστρέφεται τόσο συχνά, εφόσον μοιράζονται την ίδια οικία (Μια
κορασίδα ευγενική…τά μέλη τως να κάψει).
Το δεύτερο επιχείρημά του, σχετικά ισχνό
μα προσθετικό στην επιχειρηματολογία του, αφορά την παντοδυναμία του έρωτα και
την αδυναμία υπερνίκησής του (στ. 129-134). Συγκεκριμένα, μέσα από την εικόνα
του Έρωτα να σημαδεύει με τα βέλη του τους ανθρώπους (Τον έρωτα…δοξεύγει),
υποστηρίζει ότι ελάχιστοι άνθρωποι έχουν τόσο
σκληρή καρδιά, ώστε να αντιστέκονται σε όσα τους προτάσσει (κ’
εκεινοι πόχου…βρίσκουνται). Με άλλα λόγια, είναι σχεδόν αδύνατο για τους
νεαρούς να αντισταθούν στον ερωτικό τους πόθο. Για αυτό άλλωστε, όπως αναφέρει,
δεν τυχαινει | φωτιά με τα λινόξυλα νά ‘ναι ανακατωμένη.
Ο λόγος του λήγει με την θέαση του βασιλιά
και την βιαστική αποχώρησή του (στ. 135-136).
Philomαtheia 05 Φεβρουαρίου 2021
0 comments