Εμπεδοκλής ο Ακραγαντινός: η μυστική υπερδύναμη, η ευεργεσία στον Σελινούντα, το τέλος, ο θρύλος
…Αθάνατος εγώ κι όμοιος θεός πλανιέμαι,
κι όχι θνητός, ανάμεσα σε σας και τιμημένος
περιζωσμένος με ταινίες κι ολάνθιστα στεφάνια.
Ο μάγος αυτός, διακατεχόμενος από το θείο, μεταδίδει στους ανθρώπους το μήνυμα που αυτό του έχει εμφυσήσει· έχει τη δύναμη να θεραπεύει όσους υποφέρουν και να διδάσκει το δρόμο του πλούτου. Το ποίημά του Περί φύσεως ξεκινά με μια επίκληση που μας φέρνει βέβαια αμέσως στο νου την εισαγωγή του ποιήματος του Παρμενίδη:
Αλλά την τρέλα τους, θεοί, απ’ τη γλώσσα μου αποδιώχτε
κι από άγια στόματα πηγή καθάρια αναβρύστε.
Και σένα, Μούσα ασπρόχερη και δοξαστή Παρθένα
παρακαλώ σε, όσο βολεί οι εφήμεροι ν’ ακούνε
απ’ της ευσέβειας τη γη καλόδηγο άρμα στείλε (απ. 3).
Ο μάγος αποκαλύπτει, λοιπόν, μιαν αλήθεια, προερχόμενη από τη θεότητα, της οποίας ο ίδιος δεν είναι παρά το υποχείριο (βλ. απ. 23). Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να λησμονούμε πως αυτό είναι ένα από τα δυσκολότερα καθήκοντα, γιατί «το θεό να φτάσεις δε μπορείς με τα δικά μας μάτια κι ούτε να πιάσεις με τα χέρια σου, που ο πιο μεγάλος δρόμος της πειθούς τυχαίνει στα φρένα των ανθρώπων». Ο ίδιος άλλωστε ο Εμπεδοκλής παρουσιάζεται φυγάς θεόθεν και αλήτης (απ. 115), ανήκει λοιπόν κι αυτός στους καταδικασμένους να περιπλανώνται χρόνια ατέλειωτα. Αυτή ωστόσο η εξορία του φιλοσόφου συνίσταται σε συνεχείς διαδοχικές μετενσαρκώσεις: χάρη σ’ αυτές τις ποικίλες μεταναστεύσεις από ύπαρξη σε ύπαρξη καταφέρνει και γνωρίζει ολόκληρο τον κύκλο των όντων. Γιατί ο Εμπεδοκλής μας λέει ότι θυμάται τις προηγούμενες ζωές του: «Γιατί ήμουν εγώ κάποτες αγόρι και κορίτσι, πουλί και θάμνος και βουβό μέσα στο κύμα ψάρι»(απ. 117). Βυθίστηκε, με άλλα λόγια, βαθιά μέσα στο μείγμα απ’ όπου τα πάντα, κι ο άνθρωπος ακόμα, γεννιούνται (απ. 9). Περνώντας από τη μια ζωή στην άλλη, ο Εμπεδοκλής κατόρθωσε να αφομοιώσει το μυστικό της πολλαπλότητας των δυνάμεων που συγκροτούν ή αποδιαρθρώνουν τα στοιχεία.
Γι’ αυτό κι ο Εμπεδοκλής διακήρυσσε πως κατέχει μια δύναμη υπεράνθρωπη, σε σημείο που να μπορεί να προστάζει και το θάνατο ακόμα - ο ίδιος, άλλωστε, δεν λέει άραγε ότι:
Φάρμακα όσα έχουν βρεθεί για τα κακά θα μάθεις
και για τα γηρατειά, τι όλα θα πω σε σένα μόνο
και των ακούραστων ανέμων την ορμή θα πάψεις,
που πα στη γη φυσώντας τα χωράφια τα ρημάζουν
και πάλι σα θελήσεις τους ανέμους ξαναφέρνεις
κι από θολή βροχή καλοκαιρίσια φτιάχνεις ξέρα
για τους ανθρώπους κι από ξέρα δεντροθρόφες πάλι
πνοές θα πλάσεις, που αναβλύζουν από τον αιθέρα.
Και τη ζωή θα φέρεις απ’ τον Άδη πεθαμένου (απ. 111);
Πολλά και θαυμαστά έργα αποδίδονται στη σοφία και τις ικανότητες του Εμπεδοκλή. Είχε ανακαλύψει πως μια επιδημία πανούκλας, που είχε ερημώσει τον Σελινούντα, οφειλόταν στις μολυσματικές αναθυμιάσεις κάποιων στάσιμων υδάτων, τα οποία βρίσκονταν δίπλα στην πόλη· ο Εμπεδοκλής χρηματοδότησε, με την ίδια του την περιουσία, τα αναγκαία έργα για την εκτροπή του ρου ενός γειτονικού ποταμού, ώστε τα τρεχούμενα νερά του να απολυμάνουν την περιοχή και να απομακρύνουν τις εστίες μόλυνσης. Γεμάτοι ευγνωμοσύνη οι κάτοικοι του Σελινούντα του επεφύλαξαν τιμές θεού. Λέγεται μάλιστα πως είχε μεταβάλει το κλίμα του Ακράγαντα, συμβουλεύοντας να φράξουν με γαϊδουροτόμαρα ένα στενό της περιοχής όπου εγκλωβίζονταν τα μελτέμια, που αποτελούσαν, λόγω της βιαιότητάς τους, μόνιμη απειλή για τις σοδειές.
Τα πιο εκπληκτικά όμως επιτεύγματα του Εμπεδοκλή σημειώθηκαν στην ιατρική. Αναφέρεται πως είχε καταφέρει να αναστήσει μια γυναίκα, που είχε ήδη τριάντα μέρες πάψει ν’ αναπνέει. Αυτή θα πρέπει να ήταν υστερική που είχε περιπέσει σ’ ένα είδος βαθύτατου λήθαργου. Ο Εμπεδοκλής, όμως, ανακάλυψε κάποιο σημείο θερμότητας στην επιφάνεια του σώματός της και κατάφερε να την επαναφέρει στη ζωή.
Λέγεται ακόμα πως χάρη στην παντοδυναμία της μουσικής ήταν σε θέση να κατευνάζει τα πάθη, πράγμα που απέδειξε όταν κάποτε, φιλοξενούμενος, ήρθε αντιμέτωπος μ’ έναν νεαρό που είχε ορμήξει μαινόμενος στο
σπίτι του οικοδεσπότη του, κατηγορώντας τον τελευταίο επειδή είχε καταδικάσει τον πατέρα του σε θάνατο. Του χάρισε τη χαμένη του γαλήνη τραγουδώντας τους στίχους εκείνους της Οδύσσειας όπου γίνεται λόγος για το νηπενθές, το ναρκωτικό που ηρεμεί τον πόνο και την οργή και θεραπεύει όλες τις δυστυχίες.
Ο Εμπεδοκλής συμμετείχε ενεργότατα στην πολιτική ζωή της πόλης του. Ο πατέρας του, μάλιστα, είχε πρωτοστατήσει στην εγκαθίδρυση ενός δημοκρατικού πολιτεύματος· με το θάνατό του, όμως, η αριστοκρατική μερίδα ανέλαβε τις δυνάμεις της κι ο Εμπεδοκλής, συντασσόμενος με το λαό, αγωνίστηκε για τη διατήρηση της δημοκρατίας. Του προτάθηκε κάποια στιγμή ο τίτλος του βασιλιά αλλά αυτός τον αρνήθηκε. Πολλά ανέκδοτα μας τον παρουσιάζουν να κατακεραυνώνει όσους επιζητούσαν την απόκτηση κοινωνικών προνομίων. Μια παράδοση, μάλιστα, αναφέρει πως εξανάγκασε σε διάλυση τη Βουλή των Χιλίων, που συνεκροτείτο από πολίτες προερχόμενους μόνο από τις πλουσιότερες οικογένειες, βάσει ενός αυστηρότατου τιμοκρατικού συστήματος επιλογής. Ο Εμπεδοκλής προίκισε πολλές κοπέλες της πόλης και από νωρίς ήδη απέκτησε, χάρη στα έργα του, ιδιαίτερα μεγάλη δημοτικότητα, γεγονός που προκάλεσε, όπως είναι φυσικό, ζήλιες κι έχθρες.
Ο Εμπεδοκλής εγκατέλειψε την πατρίδα του για να ταξιδέψει, πηγαίνοντας αρχικά στους Θούριους και κατόπιν στην Ελλάδα. Λέγεται πως, όταν βρισκόταν στην Ολυμπία, έδωσε τους Καθαρμούς του στον ραψωδό Κλεομένη για να τους τραγουδήσει. Είναι πιθανόν, αν και όχι απόλυτα βέβαιο, πως επισκέφθηκε και την Αθήνα. Γύρω στο 440 π.Χ. αποφάσισε να επιστρέφει στον Ακράγαντα, εν τω μεταξύ όμως, κατά τη διάρκεια της δεκαετούς απουσίας του, οι αντίπαλοί του είχαν επανακτήσει την επιρροή τους, με αποτέλεσμα να του απαγορευτεί η είσοδος στη πόλη. Έτσι, πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του εξόριστος, με μόνη συνοδεία τον μαθητή του Παυσανία, συνθέτοντας ένα έργο περί φύσεως.
Πώς να επήλθε, άραγε, ο θάνατος ενός όντος με τέτοια εκπληκτική φύση; Δεν διαθέτουμε καμιά ασφαλή ιστορική μαρτυρία, τις ελλείψεις όμως της ιστορίας ήρθε να αναπληρώσει ο μύθος, σε σημείο πουν’ αποτελεί πια αναπόσπαστο στοιχείο της όλης ατμόσφαιρας που περιβάλλει το πρόσωπο του Εμπεδοκλή. Ορισμένοι ισχυρίζονται πως πνίγηκε κολυμπώντας, ενώ άλλοι πως πέθανε από τις επιπλοκές που προκάλεσε ο τραυματισμός του λόγω της πτώσης του από ένα άρμα. Περισσότερο, όμως, μεγαλείο του χαρίζει ο θρύλος που τον θέλει να εξαφανίζεται μέσα στο ηφαίστειο της Αίτνας. Τα κυριότερα στοιχεία του μύθου, αφήνοντας κατά μέρος τις πολυάριθμες παραλλαγές, είναι τα εξής: Ο Εμπεδοκλής είχε ετοιμάσει μια θυσία κι είχε προσκαλέσει τους φίλους τους στο γιορτινό γεύμα που θα ακολουθούσε. Μόλις τέλειωσε το γλέντι, οι καλεσμένοι πήγαν να ξαπλώσουν κάτω από κάποια κοντινά δέντρα ενώ ο Εμπεδοκλής παρέμεινε στη θέση όπου καθόταν σε όλη τη διάρκεια της συνεστίασης. Όταν πια, το χάραμα, σηκώθηκαν, ο Εμπεδοκλής είχε εξαφανιστεί. Κάποιος υπηρέτης τους διηγήθηκε πως άκουσε, μέσα στη νύχτα, μια δυνατή φωνή να φωνάζει τον Εμπεδοκλή, ενώ, την ίδια στιγμή, φάνηκε κάποιο φως μέσα στον ουρανό. Τότε ο Παυσανίας συνέστησε στην ομήγυρη πως θα ’ταν μάταιη κάθε αναζήτηση, αφού ο Εμπεδοκλής ήταν πια θεός κι είχε εγκαταλείψει τη γη για ν’ αναληφθεί στα ουράνια. Πάνω σ’ αυτόν το μύθο χαράχτηκε ένας δεύτερος, που δεν έχει πάψει ακόμα να γεμίζει δέος τους ρομαντικούς. Λέγεται, έτσι, ότι ο Εμπεδοκλής ρίχτηκε μέσα στον κρατήρα της Αίτνας για να τον αποκαθάρει η φωτιά, να βυθιστεί στους κόλπους της Γαίας και να επανέλθει στον αέναο κύκλο των όντων, την αρχή, δηλαδή, της μετεμψύχωσης. Λέγεται, ακόμα, πως αργότερα το ηφαίστειο, σε μια έκρηξή του, ξέβρασε ένα χάλκινο πέδιλο του φιλοσόφου.
Έτσι, η ζωή του θαυματουργού-φιλοσόφου τελειώνει μέσα στο μυστήριο και τον θρύλο, μ’ έναν θάνατο εκπληκτικό, που θα εξάψει τη φαντασία του Χέλντερλιν και του Νίτσε.
Αναδημοσίευση: Philomαtheia 24 Νοεμβρίου 2020
0 comments